ΤΙ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ

Η κανονική άδεια αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα,  Γι’ αυτό άλλωστε,  χορηγείται υποχρεωτικά στον υπάλληλο μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, έστω και αν δεν τη ζήτησε.
Οι υπάλληλοι δικαιούνται κανονική άδεια με αποδοχές δύο (2) μήνες μετά το διορισμό τους.  Η άδεια που δικαιούνται να λάβουν οι υπάλληλοι ορίζεται σε δύο (2) ημέρες για κάθε μήνα υπηρεσίας  .Με τη συμπλήρωση ενός (1) έτους δημόσιας πραγματικής υπηρεσίας. η διάρκεια της  ορίζεται σε είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες αν ακολουθούν εβδομάδα πέντε (5) εργασίμων ημερών και είκοσι τέσσερις (24) εργάσιμες ημέρες αν ακολουθούν εβδομάδα έξι (6) εργασίμων ημερών. Ο χρόνος της κανονικής άδειας επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης και μέχρι τη συμπλήρωση του ανώτατου ορίου των είκοσι πέντε (25) ή τριάντα (30) εργασίμων ημερών προκειμένου για πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομάδα εργασίας, αντίστοιχα. Με απόφαση του Υπουργού   προσαυξάνεται ως τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες ο αριθμός των ημερών κανονικής άδειας των υπαλλήλων που υπηρετούν σε παραμεθόριες περιοχές. (Για τους υπαλλήλους που υπηρετούν στους νομούς Κιλκίς, Σερρών , Πέλλας, Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων, Καστοριάς, Φλώρινας, Δράμας κατά τρεις (3) ημέρες. )
Δεκαπέντε (15) ημέρες από την κανονική άδεια χορηγούνται υποχρεωτικά, εφόσον το ζητήσει ο υπάλληλος, από τη 15η Μαΐου έως την 31η Οκτωβρίου. Σε υπηρεσίες που, κατά την περίοδο αυτή, βρίσκονται στην αιχμή της λειτουργίας τους ή λειτουργούν σε 24ωρη βάση χορηγούνται υποχρεωτικά τουλάχιστον δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την κανονική άδεια, εφόσον το ζητήσει ο υπάλληλος. Όταν με αίτηση του υπαλλήλου ολόκληρη η άδεια χορηγείται εκτός από την περίοδο αυτή, προσαυξάνεται κατά πέντε (5) εργάσιμες ημέρες. Η προσαύξηση αυτή δεν χορηγείται όταν ο υπάλληλος κάνει χρήση της κανονικής του άδειας κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και του Πάσχα
Σε ειδικές περιπτώσεις υπηρεσιών, ιδίως αυτών που δεν έχουν ιδιαιτέρα μεγάλη συναλλαγή με το κοινό,  μπορούν οι υπηρεσίες να διαχειριστούν το θέμα των θερινών αδειών των υπαλλήλων τους με δυνατότητα υπέρβασης, κατ΄ εξαίρεση, του ορίου του 1/3, εφόσον αυτό δεν διαταράσσει την ομαλή λειτουργία τους, αλλά σε καμία περίπτωση το ποσοστό των αδειών δεν θα υπερβαίνει το ½ του προσωπικού

 Για τη χορήγηση της κανονικής άδειας είναι αναγκαία η παροχή εργασίας  έτσι αν κάποιος υπάλληλος δεν εργάστηκε καθόλου  επειδή   απουσίαζε  όλο το έτος   για παράδειγμα αν έκανε χρήση αναρρωτικής άδειας ή εκπαιδευτικής ή διαδοχικά κύησης και λοχείας  . ανατροφής τέκνου ή λόγω της θέσης σε αργία και διαθεσιμότητα, κλπ) δεν θεμελιώνει δικαίωμα λήψης της κανονικής άδειας για το έτος αυτό.   
Εάν  όμως  ο υπάλληλος επανέρχεται στην υπηρεσία μετά από πολύμηνη απουσία λόγω χρήσης άλλων αδειών εντός του ημερολογιακού έτους, ο υπάλληλος δικαιούται κανονικής αδείας για το έτος αυτό υπό την προϋπόθεση  ότι το υπολειπόμενο μέχρι τη λήξη του ημερολογιακού έτους διάστημα να επιτρέπει τη χορήγηση της άδειας, άλλως η άδεια περιορίζεται σε τόσες ημέρες όσες οι εργάσιμες ημέρες που μεσολαβούν από την επάνοδο του υπαλλήλου μέχρι τη 31η Δεκεμβρίου του έτους αναφοράς. 
Στην περίπτωση αυτή ο υπάλληλος θα πρέπει να υποβάλει σχετική αίτηση χορήγησης της άδειας, όποτε η υπηρεσία αφού εκτιμήσει και τις υπηρεσιακές ανάγκες αποφασίζει για τη χορήγηση ή μη της άδειας. Εξυπακούεται ότι η μη χορήγηση της αιτούμενης άδειας συνεπάγεται τη μεταφορά της στο επόμενο έτος.
  
Προκειμένου για νεοδιόριστους υπαλλήλους, οι προσαυξήσεις της κανονικής άδειας που προβλέπονται στο  στο άρθρο 55 του ΚΚΔΚΥ μπορούν να χορηγηθούν οποτεδήποτε μετά  τη συμπλήρωση του διμήνου πραγματικής υπηρεσίας και μέχρι το τέλος του ημερολογιακού έτους.

Αναγνώριση προϋπηρεσίας για θεμελίωση δικαιώματος λήψης κανονικής άδειας.
Η αναγνώριση συνεχόμενης ή τμηματικής προϋπηρεσίας, στον ίδιο ή άλλο φορέα του δημοσίου, νπδδ ή σε ΟΤΑ, ως χρόνου πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 98 του ΥΚ και στο άρθρο 102 του ΚΚΔΚΥ, λαμβάνεται υπόψη προκειμένου ο νεοδιορισθείς υπάλληλος να θεμελιώσει δικαίωμα λήψης κανονικής άδειας υπό την προϋπόθεση ότι δεν του έχει χορηγηθεί από τον προηγούμενο φορέα του δημοσίου, νπδδ ή ΟΤΑ, κανονική άδεια ή δεν καταβλήθηκε αποζημίωση για τη μη ληφθείσα άδεια για το ίδιο ημερολογιακό έτος.
Η κατά τα ανωτέρω αναγνώριση προϋπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη τόσο για τη συμπλήρωση του διαστήματος των δύο (2) μηνών που θέτει το άρθρο 48 του ΥΚ και το άρθρο 55 του ΚΚΔΚΥ, όσο και για την προσαύξηση των ημερών κανονικής άδειας.
Οι δικαιούμενες ημέρες άδειας υπολογίζονται με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας (πριν και μετά το νέο διορισμό) και σύμφωνα με τα όσα ρητά προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 48 του ΥΚ και στην παράγραφο 2 του άρθρου 55 του ΚΚΔΚΥ, αφαιρουμένων πάντοτε των ημερών αδείας που έχουν ήδη χορηγηθεί (ή αποζημιωθεί) από τον προηγούμενο φορέα του δημοσίου κατά το ίδιο ημερολογιακό έτος.
Ασθένεια υπαλλήλου κατά τη διάρκεια κανονικής άδειας
Στην περίπτωση που ο υπάλληλος ασθενήσει κατά τη διάρκεια της κανονικής του άδειας, υποχρεούται να ενημερώσει άμεσα την υπηρεσία του και για τη χορήγηση της αναρρωτικής άδειας εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 56 του ΥΚ και του άρθρου 63 του ΚΚΔΚΥ. Η χορήγηση αναρρωτικής άδειας διακόπτει, όπως είναι αυτονόητο, την διανυόμενη ως τότε κανονική άδεια. Μετά την εξάντληση της αναρρωτικής άδειας, ο υπάλληλος επιστρέφει στην υπηρεσία του και δεν συνεχίζεται η διακοπείσα κανονική άδεια για το υπόλοιπο διάστημα. Η άδεια αυτή χορηγείται ύστερα από νέα αίτηση του υπαλλήλου.